Οι δυσμενείς επιπτώσεις της αυξήσεως των φορολογικών συντελεστών είναι λίγο ως πολύ γνωστές: εκτός του ότι αυξάνεται το κίνητρο για φοροδιαφυγή, τίθεται ένα βασικό αντικίνητρο για επενδύσεις, για την ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου, καθώς τα περιθώρια του προσδοκωμένου κέρδους μειώνονται. Επίσης, πολλές φορές η αύξηση των φορολογικών συντελεστών (ιδίως στους έμμεσους φόρους) έχει ως αποτέλεσμα τη μετακύλιση του αυξημένου φορολογικού βάρους στην τελική τιμή ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, πράγμα που οδηγεί, όπως είναι φυσικό, σε μειωμένη κατανάλωση (το οποίο οδηγεί σε μειωμένες εισπράξεις των εμμέσων φόρων -μείωση της φορολογικής βάσεως- και έτσι, σύμφωνα με την ίδια λογική, στην ανάγκη να αυξηθούν ακόμη περισσότερο οι συντελεστές, ώστε να αναπληρωθούν οι σχετικές απώλειες). Έτσι, η επιλογή της μειώσεως του δημοσιονομικού ελλείμματος μέσω της αυξήσεως των φορολογικών συντελεστών έχει αποτέλεσμα, και μάλιστα μόνιμο, στην αγορά, αφαιρώντας μεγάλο μέρος από τη δυναμική της.
Ακριβώς το αντίστροφο, όμως, συμβαίνει με τη μείωση του κράτους. Η μείωση του κράτους συναρτάται, κατ' ανάγκην, με τον επαναπροσδιορισμό του ρόλου του, την εξέταση, κατ' αρχήν, του ερωτήματος: ποιες υπηρεσίες πρέπει να παρέχει το κράτος στον πολίτη. Όμως, παραπέρα, εξετάζεται κι ένα ακόμη ερώτημα: ακόμη και τις υπηρεσίες που, απαντώντας στο προηγούμενο ερώτημα, δεχόμαστε ότι πρέπει να διασφαλίζει το κράτος στους πολίτες του - αυτές πρέπει να τις παρέχει μέσω μιας οργανωμένης γραφειοκρατικής δομής ή είναι καλύτερο να καταφεύγει στην αγορά, διατηρώντας απλώς εποπτικό ρόλο;
Το πρώτο ερώτημα, ποιες υπηρεσίες θα πρέπει να διασφαλίζει το κράτος, εμπεριέχει και πολλές αξιολογικές κρίσεις, στις οποίες υπάρχουν πολλές θεμιτές διαφωνίες, αναλόγως της ιδεολογικής προελεύσεως καθενός που απαντά. Το δεύτερο ερώτημα, όμως, είναι στη βάση του πολύ περισσότερο τεχνοκρατικό - θεωρείται δεδομένη, συμφωνημένη, η ανάγκη παροχής μιας συγκεκριμένης υπηρεσίας και, εξετάζεται υπό καθαρά τεχνοκρατικό πρίσμα: ποιότητα υπηρεσιών και κόστος αυτών. Είναι εκπληκτικό πόσο διευρύνονται τα περιθώρια συμφωνίας προσώπων που προέρχονται ακόμη και από αντίθετους ιδεολογικούς χώρους στο δεύτερο ερώτημα (στο βαθμό που δεν παρεμβάλλονται ιδεοληψίες) - και πως προτάσεις, οι οποίες προέρχονται από το φιλελεύθερο χώρο (λ.χ. τα κουπόνια εκπαίδευσης) συγκινούν πολλές φορές και αριστερούς, οι οποίοι διαβλέπουν ότι με τη χρήση τους περισσότερα παιδιά (και μάλιστα από τις λιγότερο εύπορες οικογένειες) έχουν περισσότερες πιθανότητες να εξασφαλίσουν μια καλή μόρφωση. Όμως σήμερα υπάρχουν πολλές συγκλίσεις ακόμη και στις απαντήσεις προς το πρώτο ερώτημα - χαρακτηριστικό παράδειγμα η Αγροφυλακή, της οποίας η υπεράσπιση παρέμεινε καθαρά παραταξιακή υπόθεση του κόμματος που την δημιούργησε με αποκλειστικό σκοπό το διορισμό "ημετέρων".
Εννοείται, επιπλέον, ότι το όφελος από την κατάργηση περιττών οργανισμών παραμένει στο κράτος και την κοινωνία σε βάθος χρόνου - το αποτέλεσμα της μειώσεως του κράτους, δηλαδή, δεν είναι απλώς δημοσιονομικά βραχυχρόνιο, αλλά και μεσοπρόθεσμα εξορθολογιστικό και σαφώς προτιμητέο, και γι' αυτό το λόγο, από μια ακόμη αύξηση των φορολογικών συντελεστών.
No comments:
Post a Comment