Sunday, June 6, 2010

Οι μισθοί των δικαστών ή πώς ο καθένας γράφει ό,τι νάναι

Ο Αρεοπαγίτης και Πρόεδρος της Ενώσεως Δικαστών και Εισαγγελέων κ. Χαράλαμπος Αθανασίου απαντά σήμερα, στο Βήμα, σε άρθρο του Καθηγητή κου. Γεράσιμου Βώκου που είχε δημοσιευθεί προ ημερών στην ίδια εφημερίδα. Η ποιότητα και των δύο άρθρων μας κάνει να ανησυχούμε τόσο για το επίπεδο των καθηγητών των Πανεπιστημίων μας, όσο και για το ενδεχόμενο ακόμη και οι δικαστές μας να καταλαμβάνονται από συντεχνιακή αντίληψη.

Ο κ. Βώκος αναφέρεται σε οφειλές του κράτους προς τους δικαστικούς, τις οποίες σχετίζει με την οικονομική κρίση και τα μέτρα, αναφέροντας ότι ωφελημένοι από την κρίση βγαίνουν τελικώς οι δικαστές. Αυτό είναι διπλά ανακριβές: αφ' ενός γιατί τα μέτρα προβλέπουν αρκετά σημαντικές περικοπές και στους μισθούς των δικαστικών λειτουργών, αφ' ετέρου διότι η καταβολή των ποσών που αναφέρει ο κ. Βώκος στο άρθρο του είναι σε συμμόρφωση με δικαστικές αποφάσεις παρελθόντων ετών και, άρα, υποχρεωτικές για το κράτος και ανεξάρτητες από το μνημόνιο - πράγμα που θα μπορούσε να διαπιστωθεί με στοιχειωδώς επιμελή έρευνα. Δυστυχώς, όμως, η απάντηση του κ. Αθανασίου ενώ επισημαίνει αυτά τα πράγματα, είναι απογοητευτική, κυρίως ως προς το ύφος (γιατί κανείς, που ξέρει πώς λειτουργούν τα δικαστήρια, δεν μπορεί να έχει ουσιαστική αντίρρηση σε πολλές από τις επισημάνσεις του), αλλά κυρίως για την απόκρυψη της πραγματικής αιτίας της δικαστικής οφειλής των αναδρομικών, μολονότι μέμφεται τον κ. Βώκο που δεν έχει ενημερωθεί σχετικώς.

Τα αναδρομικά αυτά επιδικάσθηκαν με μια σειρά από αποφάσεις του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 88 § 2 του Συντάγματος (του λεγομένου Μισθοδικείου), το οποίο πράγματι αποτελείται από τρεις ανωτάτους δικαστές, τρεις καθηγητές Νομικής και τρεις δικηγόρους. Έτσι, οι δικαστές είναι πράγματι μειοψηφία στη σύνθεσή του. Ωστόσο, οι δικηγόροι που συμμετέχουν στη σύνθεση, αλλά και οι καθηγητές της Νομικής (που κατά κανόνα επίσης δικηγορούν) έχουν κάθε λόγο να φοβούνται να βγάλουν απόφαση αντίθετη με τα συμφέροντα των δικαστών. Έτσι, η αμεροληψία τους δεν μπορεί να θεωρηθεί εκ των προτέρων δεδομένη.

Έτσι, με την (βασική) απόφαση 13/2006 το Μισθοδικείο έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι οι δικαστές δικαιούνται αυξήσεως, και δη αναδρομικής, στους μισθούς τους, προκειμένου να εξομοιωθεί ο μισθός του Προέδρου του Αρείου Πάγου με αυτόν του Προέδρου της Ε.Ε.Τ.Τ. (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων). Οι δικαστές, με άλλα λόγια, δικαιούνται της καταβολής αναδρομικών μισθών όχι επειδή το κράτος δεν τους έδωσε αυτά που τους είχε υποσχεθεί και που είχε νομοθετήσει με το ενιαίο μισθολόγιο των δικαστών, αλλά επειδή έκανε το σφάλμα να χορηγήσει σε μετακλητό υπάλληλο μιας ανεξάρτητης αρχής μισθό μεγαλύτερο από αυτόν του Προέδρου του Αρείου Πάγου! Το λάθος αυτό στοιχίζει στον κρατικό προϋπολογισμό, σύμφωνα με το άρθρο του κ. Βώκου (στοιχείο, το οποίο ο κ. Αθανασίου δεν αμφισβήτησε), 235 εκατομμύρια ευρώ!

Κατά τη γνώμη μου οι δικαστές θα έπρεπε να αμείβονται πάρα πολύ καλά - να συγκεντρώνουν την αφρόκρεμα του νομικού κόσμου της χώρας, αλλά και να μπορούν να ελέγχονται για τις αποφάσεις τους και τις επιδόσεις τους εν γένει. Μην κρυβόμαστε, πολλές από τις δυσλειτουργίες στη δικαιοσύνη οφείλονται εν πολλοίς και σε ανεπαρκείς δικαστικούς λειτουργούς, οι οποίοι επισκιάζουν πολλούς πραγματικά εξαιρετικούς συναδέλφους τους. Και πολλοί πολίτες, για τους οποίους η εμπλοκή με τη δικαιοσύνη αποτελεί πολύ οδυνηρή διαδικασία, γεμάτη καθυστερήσεις και αστοχίες, η καταβολή ενός τέτοιου ποσού στους δικαστές σήμερα αποτελεί, έστω και άδικα, πρόκληση.

No comments: