Thursday, October 2, 2008

Kομματική πειθαρχία, κοινοβουλευτισμός και εκλογικό σύστημα

Αφορμή για την παρούσα ανάρτηση είναι αυτό το σχόλιο του κ. Γ. Σαρηγιαννίδη στο blog του e-rooster. Ο κ. Σαρηγιαννίδης συμπεραίνει ότι ο κοινοβουλευτισμός, υπό την έννοια της λειτουργίας του κοινοβουλίου ως τόπου ανταλλαγής ιδεών, προτάσεων κ.λπ., έχει αντικατασταθεί από την επιβολή της άποψης των αρχηγών των κομμάτων, οι οποίοι θα μπορούσαν κάλλιστα να ψηφίζουν μόνοι τους, εκπροσωπώντας την αναλογία των μελών της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματός τους στη Βουλή. Επισημαίνει και τη διάταξη του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία οι βουλευτές έχουν απεριόριστο δικαίωμα γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση. Η διάταξη αυτή είναι απόρροια ενός παλαιού διαλόγου αναφορικά με το ρόλο των βουλευτών και, ιδίως, της δέσμευσής τους απέναντι στους εκλογείς τους (και όχι, φυσικά, στους αρχηγούς των κομμάτων). Άλλωστε, όταν ξεκίνησε ο κοινοβουλευτισμός, οι βουλευτές δεν ήσαν οργανωμένοι κατά κόμματα (αυτό προέκυψε αργότερα) και ήσαν εκπρόσωποι μεμονωμένων περιφερειών - και είχε τεθεί το ερώτημα: εάν οι εκλογείς μιας περιφέρειας εκλέγουν το βουλευτή τους για να ψηφίσει κάποια συγκεκριμένα πράγματα, αυτός δικαιούται να ψηφίσει τα αντίθετα; Και, αν όντως πράξει κάτι τέτοιο, δικαιούνται να τον ανακαλέσουν, διαρκούσης της κοινοβουλευτικής θητείας; Αυτό το ζήτημα λύθηκε στην Αγγλία με την υιοθέτηση της αρχής της ελεύθερης εντολής (δηλαδή ο βουλευτής είναι εντελώς αδέσμευτος ως προς την ψήφο και τη γνώμη του και δεν μπορεί να ανακληθεί από τους εκλογείς του) παράλληλα με την αρχή της virtual representation, κατά την οποία ο βουλευτής εκλέγεται μεν από συγκεκριμένη περιφέρεια, αλλά εκπροσωπεί ολόκληρο το έθνος, ακόμη και περιοχές που δεν εκλέγουν βουλευτές. Αυτό το μοντέλο, τελικώς, επικράτησε και στα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά συστήματα.

Στην Ελλάδα ισχύει ο κανόνας της εξάρτησης της εκτελεστικής από τη νομοθετική εξουσία (πράγμα που δεν ίσχυε στα αρχικά στάδια του κοινοβουλευτισμού, ιδίως όταν υπήρχε ανώτατος άρχων - βασιλιάς, ο οποίος διόριζε και έπαυε κατά το δοκούν κυβερνήσεις): η κυβέρνηση πρέπει να έχει τη δεδηλωμένη υποστήριξη της πλειοψηφίας των βουλευτών. Πρακτικά, υπό τα σημερινά δεδομένα (και σύμφωνα και με τους ορισμούς του Συντάγματος), η κυβέρνηση σχηματίζεται από το κόμμα που έχει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία και παραμένει στην κυβέρνηση, όσο η πλειοψηφία αυτή διατηρείται. Παράλληλα, όμως, υπό τον ισχύοντα εκλογικό νόμο το κόμμα (που ταυτίζεται και με την κυβέρνηση που θα σχηματισθεί) επιλέγει τους υποψηφίους βουλευτές κάθε φορά και έχει την ευχέρεια οποιονδήποτε "αντιφρονούντα" να τον αποκλείσει από την επομένη Βουλή - αυτό ισχύει πολύ περισσότερο μετά την καθιέρωση του ορίου του 3% το οποίο πρέπει να πιάσει ένας συνδυασμός για να δικαιούται κοινοβουλευτικής εκπροσωπήσεως. Αυτό σημαίνει ότι, ηθικά αλλά και πρακτικά, κάθε βουλευτής οφείλει την υποψηφιότητά του και την περαιτέρω εκλογή του σε μεγάλο βαθμό στο κόμμα, υπό τη σημαία του οποίου ήταν υποψήφιος. Συνολικά, δηλαδή, υπάρχει διπλή εξάρτηση: αφ' ενός η κυβέρνηση-κόμμα εξαρτάται από το σύνολο της κοινοβουλευτικής ομάδας για τη διατήρησή της στην εξουσία, αφ' ετέρου ο κάθε βουλευτής-μέλος της κοινοβουλευτικής ομάδας εξαρτάται από την κυβέρνηση-κόμμα για την εκλογή και την επανεκλογή του. Μπορούμε πολύ εύκολα να διακρίνουμε ότι ο κοινός σύνδεσμος στις εξαρτήσεις αυτές είναι το κόμμα.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες η Βουλή των Αντιπροσώπων καταψήφισε το σχέδιο Paulson, παρ' ότι τόσον ο Πρόεδρος των Η.Π.Α. κος. Βush, όσο και η Πρόεδρος της Βουλής κα. Pelosi το στήριξαν αναφανδόν. Στη Μεγάλη Βρετανία είναι επίσης συχνό το φαινόμενο να καταψηφίζονται νομοσχέδια ή να τροποποιούνται, υπό την πίεση ακόμη και μεμονωμένων βουλευτών, που εκδηλώνεται ως απειλή καταψήφισης. Και ενώ στις Η.Π.Α. η κυβέρνηση δεν εξαρτάται από το Κονγκρέσσο, στη Βρετανία συμβαίνει το αντίθετο. Μπορούμε, δηλαδή, να αποκλείσουμε την εξάρτηση της κυβέρνησης από τη Βουλή ως παράγοντα που προωθεί ή υποβιβάζει τον κοινοβουλευτισμό. Κοινό στοιχείο που έχουν οι χώρες αυτές, όμως, όπως και άλλες, όπως η Γαλλία, είναι η εκλογή των βουλευτών αποκλειστικά σε μονοεδρικές περιφέρειες (στη Γαλλία η εκλογή αυτή γίνεται σε δύο γύρους, ενώ στις Η.Π.Α. και τη Βρετανία με σχετική πλειοψηφία σε ένα γύρο). Ο βουλευτής που εκλέγεται κατά τον τρόπο αυτό είναι πολύ λιγότερο εξαρτημένος από το κόμμα, στο οποίο ανήκει. Δεν είναι σπάνιες, δε, οι περιπτώσεις βουλευτών, οι οποίοι κατόρθωσαν να εκλεγούν και χωρίς τη στήριξη των κομμάτων από τα οποία αποχώρησαν ή, ακόμη, και χωρίς καμμία απολύτως κομματική στήριξη, αλλά μόνο και μόνο χάρις στην προσωπική τους προβολή στην περιφέρειά τους. Στην Ελλάδα, αντιθέτως, οι πολυ-εδρικές περιφέρειες (που συνεπάγονται και ανάγκη για πολύ μεγαλύτερη χρηματοδότηση του κάθε υποψηφίου) και το πλαφόν του 3% καθιστούν απαγορευτική μια τέτοια απόπειρα. Πιστεύω πραγματικά πως ένα εκλογικό σύστημα που βασίζεται στις μονοεδρικές περιφέρειες, περισσότερο ακόμη κι από μια αναθεώρηση του Συντάγματος, θα επέφερε ουσιαστικά πολύ μεγαλύτερη ανεξαρτησία στους βουλευτές και πολύ μικρότερη κομματική εξάρτηση.

Πολλοί απορρίπτουν το σύστημα με τις μονοεδρικές περιφέρειες με το βασικό επιχείρημα ότι τα κόμματα, σε μια τέτοια περίπτωση, δεν αντιπροσωπεύονται στη Βουλή αναλόγως της εκλογικής τους δυνάμεως. Το πρόβλημα αυτό το επιλύει με αρκετά έξυπνο τρόπο το γερμανικό εκλογικό σύστημα, στο οποίο οι μισοί βουλευτές εκλέγονται από μονοεδρικές, ενώ οι υπόλοιποι από λίστα. Η λίστα είναι πανεθνική και από αυτήν εκλέγονται τόσοι βουλευτές για κάθε κόμμα, όσοι χρειάζονται για να ανταποκρίνεται το ποσοστό των βουλευτών τους στην εκλογική τους ισχύ (η περιγραφή είναι κάπως απλοποιημένη, αλλά τα βασικά στοιχεία του συστήματος είναι αυτά που ανέφερα). Εν πάση περιπτώσει, όμως, το ισχύον εκλογικό σύστημα είναι αρκετά προφανές ότι συντείνει στην πλήρη, σχεδόν, εξάρτηση των βουλευτών από τα κόμματα και, ιδίως, των κυβερνητικών βουλευτών από το κυβερνών (καθώς αυτοί δέχονται την πρόσθετη πίεση ότι ενδεχόμενη δική τους διαφωνία θα "ρίξει την κυβέρνηση"). Αλλά όσοι θέλουν ανεξάρτητους, πραγματικά, βουλευτές, θα πρέπει να εξετάσουν πολύ σοβαρά το παράδειγμα των μονοεδρικών περιφερειών, στη μία ή την άλλη παραλλαγή τους.

6 comments:

Kensai said...

Πολύ ενδιαφέρουσα ερμηνεία.

Το γερμανικό όντως είναι ένα σύστημα το οποίο- όντας μεικτό- εμπεριέχει στοιχεία που καθιστούν την αντιπροσώπευση πιο δημοκρατική, χωρίς παράλληλα να χάνεται σε μεγάλο βαθμό η αυτονομία των κοινοβουλευτικών αντιπροσώπων.

Όμως στη Γερμανία το σύστημα έχει και μια δεύτερη Βουλή και γενικότερα βασίζεται στην ομοσπονδιακή δομή του κράτους με ξεχωριστές αρμοδιότητες ανάμεσα στο Land και στη Bund.

---

Η ερώτησή μου, Averell, είναι:

Γίνεται να εφαρμοστεί κάτι αντίστοιχο με το γερμανικό στην Ελλάδα ή η απουσία ομοσπονδιακής δομής του ελληνικού κράτους δύναται να έχεις ανεπιθύμητες επιδράσεις;

Averell said...

@ kensai

Το εκλογικό σύστημα της Γερμανίας δεν σχετίζεται με την ομοσπονδιακή της δομή. Άλλωστε, τα μέλη της δεύτερης Βουλής (Bundesrat) διορίζονται από τα επιμέρους κρατίδια (Länder) και η σύνθεσή της αλλάζει, όταν αλλάζουν οι κυβερνήσεις των κρατιδίων με τις αντίστοιχες εκλογές - ο εκλογικός κύκλος του κάθε επιμέρους κρατιδίου είναι ανεξάρτητος τόσο από τα υπόλοιπα κρατίδια, όσο και απο τον κύκλο των ομοσπονδιακών εκλογών. Νομίζω ότι το γερμανικό σύστημα θα μπορούσε να υιοθετηθεί στην Ελλάδα (μολονότι, να σημειώσω, περιέχει και πλαφόν εισόδου στη Βουλή 5%, με το οποίο διαφωνώ). Αλλά, μιας και κάνατε λόγο για ομοσπονδιακό σύστημα, δεν θα ήταν ενδιαφέρουσα και μια κουβέντα για την ομοσπονδοποίηση της Ευρώπης και την κατανομή εξουσιών μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και επιμέρους κρατιδίων;

Αθ. Αναγνωστoπουλος said...

Άβερελλ, σου απαντώ εδώ και απολογούμαι για το κάπως απότομο ύφος του πρώτου σχολίου μου.

Συμφωνούμε κατά πρώτον για την κατάργηση του 3%. Όμως αν συμβή αυτό, τι έχει να φοβηθή ο όποιος Τατούλης; Θυμάσαι ασφαλώς ότι πριν το 90 οι Τούρκοι στην Θράκη εξέλεγαν βουλευτές χωρίς κανένα κομματικό χρίσμα.

Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι η πορεία από τους μεμονωμένους βουλευτές στα κόμματα υπήρξε πορεία πολιτικής ωρίμασης: από τους τοπικούς κομματάρχες με τις κατά περίπτωση συμμαχίες με τον εκάστοτε πλειοδότη περάσαμε στα κόμματα αρχών, στην ιδεολογική πολιτική.

Το πλειοψηφικό με στενή περιφέρεια ευνοεί την παλινδρόμηση στους χαλασοχώρηδες, ειδικά σε μια χώρα σαν την Ελλάδα. Έχεις προσέξει ασφαλώς ότι οι πολιτικές δυναστείες δεν σπανίζουν στην Αγγλία και ότι συγκεκριμένες βουλευτικές έδρες κληρονομούνται επί τρεις ή τέσσερις γενιές. Φαντάσου λοιπόν στην Ελλάδα τι θα γινόταν.

Το γερμανικό σύστημα δεν το γνωρίζω στις λεπτομέρειές του. Είναι ασφαλώς ενδιαφέρον, αλλά μου φαίνεται ότι απλώς μετατοπίζει το πρόβλημα: και πώς εξασφαλίζεται ότι ο όποιος Τατούλης θα συμπεριληφθή στον εθνικό κατάλογο της ΝΔ, αν δεν υπήρξε καλό παιδάκι; Εδώ μόνο οι κομματικές εκλογές μπορούν να λύσουν το πρόβλημα, αλλά δεν φαινόμαστε ακόμη ώριμοι για αυτό.

Τέλος, ας μην υποτιμάμε και τις πρακτικές δυσχέρειες: σε μια χώρα όπου οι γιαγιάδες επιμένουν να σαλιώνουν τους φακέλλους με τα ψηφοδέλτια, θα ήταν παρακινδυνευμένο να τις βάλουμε να ψηφίζουν και δεύτερη φορά.

Averell said...

@ αθ. αναγνωστόπουλος

Ευχαριστώ πολύ για το σχόλιό σας και, φυσικά, ούτε λόγος για "ύφος" ή οποιοδήποτε τέτοιο πρόβλημα.

Δεν συμφωνώ ότι η αντικατάσταση της "τοπικής" διαπλοκής με την κομματική συνιστά ωρίμανση, καθώς δυσκολεύομαι να αναγνωρίσω ουσιαστικό ιδεολογικό χαρακτήρα στα δύο κόμματα εξουσίας σήμερα. Αλλά επ' αυτού δεσμεύομαι να τοποθετηθώ αναλυτικότερα στο μέλλον. Όσο δε για τις δυναστείες, πράγματι αυτές υπάρχουν σε πολλές χώρες με μονοεδρικές περιφέρειες, υπάρχουν όμως και στην Ελλάδα. Επιφυλάσσομαι για συζήτηση και επ' αυτού του ερωτήματος (κατά πόσο η μονοεδρική περιφέρεια θα αύξαινε τον αριθμό τους ή όχι, νομίζω πως θα τον μείωνε) και ιδίως για το πόση βαρύτητα πρέπει να έχει αυτό κατά την επιλογή του εκλογικού συστήματος.

Ρωτάτε πώς θα διασφαλισθούμε από την ένταξη ευνοουμένων στην εθνική λίστα, εφ' όσον υιοθετήσουμε το γερμανικό σύστημα (πράγμα που, βεβαίως, θα απαιτούσε και αναθεώρηση του άρθρου 54 § 3 του Συντάγματος) - δεν διασφαλιζόμαστε. Αλλά εάν ένα σημαντικό μέρος των βουλευτών ενός κόμματος είναι πραγματικά αποσυνδεδεμένο από την ηγεσία του κόμματος, τα "καλά παιδιά" δεν θα μπορούν να σχηματίσουν από μόνα τους κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Οπωσδήποτε θα είναι καλύτερα τα πράγματα σε σχέση με το ισχύον σύστημα, κατά το οποίο όλοι οι βουλευτές είναι ουσιαστικά εξηρτημένοι. Αναφορικά με τις κομματικές εκλογές, έχω μια αρχική αίσθηση ότι θα αντέβαινε στο Σύνταγμα η νομοθετική επιταγή για τη διεξαγωγή τους.

Τέλος, σε σχέση με το πρακτικό σκέλος: ήδη έχουμε μάθει σε διπλή κάλπη (δημοτικές - νομαρχιακές εκλογές), οπότε δεν νομίζω να παρουσιαζόταν ιδιαίτερο πρόβλημα με την εφαρμογή του γερμανικού συστήματος (δύο κάλπες: μια για τον υποψήφιο, μια για το κόμμα). Σκεφθείτε πόσο πιο εύκολο θα ήταν το έργο του δικαστικού αντιπροσώπου, ο οποίος δεν θα χρειαζόταν να μετρά σταυρούς, αλλά απλώς ψηφοδέλτια, έστω και διπλά!

Αθ. Αναγνωστoπουλος said...

"Αναφορικά με τις κομματικές εκλογές, έχω μια αρχική αίσθηση ότι θα αντέβαινε στο Σύνταγμα η νομοθετική επιταγή για τη διεξαγωγή τους."

Δεν εννοούσα να υποχρεωθούν νομοθετικά, αλλά να ασκηθή πίεση από τα κάτω. Το άρ. 29 παρ. 1 πάντως προβλέπει ότι "Έλληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ". Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να θεωρηθή επαρκές συνταγματικό θεμέλιο για την υποχρεωτική εσωκομματική δημοκρατία, πολιτικά όμως δεν θα με έβρισκε σύμφωνο: η δημοκρατία δεν διατάσσεται.

"Σκεφθείτε πόσο πιο εύκολο θα ήταν το έργο του δικαστικού αντιπροσώπου, ο οποίος δεν θα χρειαζόταν να μετρά σταυρούς, αλλά απλώς ψηφοδέλτια, έστω και διπλά!"

Λοιπόν, τώρα έθιξες ευαίσθητη χορδή! :-)

Εννοούσα κυρίως ότι πολλοί ίσως δυσκολευτούν με τον διαχωρισμό κόμματος και υποψηφίου. Αλλά πάλι, εδώ συνήθισαν το ευρώ...

Averell said...

Συμμερίζομαι πλήρως τη λογική του τελευταίου σχολίου - και κακώς, από ανεπαρκή διατύπωση, άφησα να εννοηθεί ότι θα ήθελα να επιβληθεί η εσωκομματική δημοκρατία νομοθετικά! (η χορδή εθίγη επίτηδες - από αναχωρήσαντα στις 6.30 π.μ. μετά από δημοτικές-νομαρχιακές εκλογές)