Thursday, April 25, 2013

Η εμπορία της ελπίδας

Το 2001, με την αναθεώρηση του Συντάγματος, προβλέφθηκε ότι απαγορεύεται να μετατρέπονται οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου στο Δημόσιο σε συμβάσεις αορίστου χρόνου. Επίσης, ότι όλες οι προσλήψεις μονίμου και αορίστου χρόνου προσωπικού θα γίνονται μέσω ΑΣΕΠ, εφαρμόζοντας την αρχή της αξιοκρατίας. Γιατί μπήκε μια τόσο λεπτομερειακή διάταξη στο Σύνταγμα της χώρας; Επειδή κρίθηκε ότι δεν θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί διαφορετικά το φαινόμενο των διαδοχικών προσλήψεων προσωπικού με συμβάσεις ορισμένου χρόνου (άρα εκτός ΑΣΕΠ εκείνη την εποχή, ο κ. Γιάννης Ραγκούσης νομοθέτησε την υπαγωγή και των συμβάσεων ορισμένου χρόνου στη διαδικασία του ΑΣΕΠ με το ν. 3812/2009), οι οποίες στη συνέχεια είτε δικαστικώς είτε με νομοθετήματα τρέπονταν σε συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου.

Για τους μέχρι τότε συμβασιούχους προβλέφθηκε μια μεταβατική διαδικασία μονιμοποίησης με το π.δ. 164/2004 (το γνωστό ως «διάταγμα Παυλόπουλου»). Αλλά το ίδιο αυτό διάταγμα ώριζε ότι απαγορεύονται οι διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου στο δημόσιο ουσιαστικά, βάζοντας προϋποθέσεις και μέγιστο χρονικό όριο γι' αυτές. Όμως, η τοπική αυτοδιοίκηση κατέφυγε σε μιαν άλλη μέθοδο, κάνοντας ψευδεπίγραφες συμβάσεις έργου, οι οποίες στην πραγματικότητα υπέκρυπταν σύμβαση εργασίας και ήσαν οι μόνες που ταυτοχρόνως παρέμεναν εκτός διαδικασιών ΑΣΕΠ και δεν ενέπιπταν στις περιοριστικές διατάξεις του π.δ. 164/2004. Προϋπόθεση για να συναφθούν οι συμβάσεις έργου ήσαν να μην καλύπτονται δι' αυτών πάγιες και διαρκείς ανάγκες των εργοδοτών και να διαρκούν το πολύ μέχρι ένα έτος, χωρίς δυνατότητα ανανέωσης. Όμως οι προϋποθέσεις αυτές παρακάμπτονταν με υπηρεσιακές βεβαιώσεις ψευδείς, ότι δήθεν δεν καλύπτονταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, και με αλλαγές μεταξύ των συμβασιούχων ως προς το τι έργο θα προσέφεραν στο τέλος κάθε έτους.

Έτσι, οι άνθρωποι αυτοί γνώριζαν ότι παρέκαμπταν το νόμο, ότι με ψεύτικες βεβαιώσεις συνέχισαν να δουλεύουν, ενώ υπό κανονικές συνθήκες δεν θα μπορούσαν να προσληφθούν. Ακόμη, ο Άρειος Πάγος ήδη από το 2007 έκρινε ότι σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οι συνεχιζόμενες αυτές συμβάσεις θα μπορούσαν να μετατραπούν ή ισχύσουν ως νόμιμη ενιαία σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, όπως γινόταν πριν τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001. Εκτός αυτού, ο κακός κύριος Γιάννης Ραγκούσης σε εκείνο το νομοθέτημα που ενέταξε και την πρόσληψη συμβασιούχων ορισμένου χρόνου στις διαδικασίες του ΑΣΕΠ, προέβλεψε ότι το ίδιο θα ισχύει και για τις συμβάσεις έργου. Κατά συνέπεια, μετά το Νοέμβριο του 2009 δεν μπορούσαν να γίνουν άλλες τέτοιες προσλήψεις ημετέρων από το παράθυρο, ούτε μπορούσαν να ανανεωθούν αυτές που θα έληγαν (είπαμε, μέχρι ένα έτος το πολύ).

Τι μηχανεύθηκαν λοιπόν οι δικηγόροι τους όταν έληγαν οι συμβάσεις και οι άνθρωποι αυτοί έπρεπε να παύσουν να εργάζονται (και όχι να «απολυθούν», όπως καταχρηστικώς επεκράτησε να λέγεται); Έπρεπε να κάνουν αγωγή. Όμως η αγωγή σχεδόν σίγουρα θα απορρίπτονταν αν όχι στον πρώτο, οπωσδήποτε σχεδόν στο δεύτερο βαθμό και σίγουρα στον Άρειο Πάγο, δεδομένης της παγιωμένης νομολογίας του. Οπότε έπρεπε να βρεθεί άλλος τρόπος για να εξυπηρετήσουν τους πελάτες τους. Έκαναν την αγωγή, έκαναν και αίτηση για ασφαλιστικά μέτρα (που να ισχύουν μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της αγωγής), έκαναν και αίτημα για προσωρινή διαταγή (μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί των ασφαλιστικών μέτρων). Εάν βοηθούσε και ο φορέας του Δήμου (συνηθέστατα κάποιος Δήμος) παρείχετο προσωρινή διαταγή, η οποία επέβαλλε στο δημόσιο φορέα την απασχόληση του αιτούντος τέως συμβασιούχου μέχρι τη συζήτηση των ασφαλιστικών μέτρων. Αν έχαναν την προσωρινή διαταγή, επανέρχονταν την επόμενη μέρα, ελπίζοντας να πετύχουν διαφορετικό Πρόεδρο Υπηρεσίας, ωσότου κάποτε να πετύχουν την προσωρινή διαταγή. Και μετά, με διάφορα προσχήματα, ανέβαλλαν τα ασφαλιστικά μέτρα. 

Σημειωτέον ότι όλα αυτά γίνονταν, ενώ ο Άρειος Πάγος είχε νομολογία σύμφωνα με την οποία το αίτημα των συμβασιούχων ήταν παράνομο και επειδή δεν μπορούσαν να μονιμοποιηθούν, όπως προαναφέρθηκε, αλλά και επειδή δεν μπορούσε με ασφαλιστικά μέτρα ή, πολύ περισσότερο, με προσωρινή διαταγή ουσιαστικά να υποχρεωθεί ο εργοδότης να εκτελέσει πλήρως μια σύμβαση (αφού τα ασφαλιστικά μέτρα ρυθμίζουν μόνο προσωρινά την κατάσταση). Εν τούτοις, με τη διαδικασία που αναφέρθηκε πιο πάνω, πάρα πολλοί συμβασιούχοι κατέληξαν να απασχολούνται δυνάμει «προσωρινών» διαταγών για δυο και τρία έτη. Κάποια στιγμή δεν μπορούσε να δοθεί άλλη αναβολή και συζητείτο το αίτημα των ασφαλιστικών μέτρων. Εάν μεν έβγαινε απορριπτική απόφαση, νέα αίτηση, νέα προσωρινή διαταγή (συχνά σε συμπαιγνία με τον εργοδότη για την απόκρυψη της απορριπτικής απόφασης, που θα δημιουργούσε προσωρινό δεδικασμένο) - εάν τα ασφαλιστικά μέτρα γίνονταν δεκτά, ακολουθούσε παραίτηση από την αγωγή και προσδιορισμός νέας αγωγής σε πολύ μακρινή δικάσιμο, ώστε να συνεχίσει η απασχόληση με βάση την απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων.

Είχε στηθεί, δηλαδή,  μια βιομηχανία με πελάτες (και πληρώνοντες) τους συμβασιούχους, μολονότι μέχρι στιγμής ούτε ένας (που να έχει προσληφθεί μετά το 2001) δεν έχει δικαιωθεί τελικώς. Ένα ολόκληρο σύστημα με δικηγόρους και «αντισυστημικούς» δικαστές, με αλλεπάλληλα δικόγραφα, με προσωρινή απασχόληση παρά τη δικονομία και τη νομολογία του Αρείου Πάγου, ένα εμπόριο ελπίδας ψεύτικης, μια απίστευτη χρηματική εκμετάλλευση των συμβασιούχων. Με πολλά χρήματα (αμοιβή «με το κεφάλι») σε δικηγόρους. Μια προφανής παράκαμψη του δικονομικού συστήματος, απόδοση δικαιοσύνης με προσωρινά μέτρα και επιβεβαίωση της ρήσης «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού». Και φυσικά πήγαινε περίπατο η αξιοκρατία αλλά και τα οικονομικά των φορέων - εργοδοτών.

Αλλά φαίνεται ότι κάποιοι στην κυβέρνηση, που γενικώς τα πήγαιναν καλά με διάφορες συντεχνίες και συστήματα, φρόντισαν και για το σύστημα των δικηγόρων που κερδίζουν από το εμπόριο ελπίδας. Φρόντισαν πριν από τρεις εβδομάδες να επιβάλουν νομοθετικά αυτό που ο Άρειος Πάγος είχε απορρίψει, τη δυνατότητα να υποχρεώνονται με ασφαλιστικά μέτρα οι εργοδότες να απασχολούν τους εργαζομένους με τους οποίους είναι σε αντιδικία - για να επισημοποιηθεί το σύστημα απονομής δικαιοσύνης όχι με κανονικές, αλλά με συνοπτικές αποφάσεις (τα ασφαλιστικά μέτρα απαιτούν πλέον συνοπτική αιτιολογία). Από τις υποθέσεις που εκκρεμούν στα δικαστήρια σήμερα και τη χρονική στιγμή αυτής της νομοθετικής παρέμβασης η στόχευσή της ήταν σαφής: να μπορέσουν οι συμβασιούχοι του Δημοσίου να εξακολουθήσουν να απασχολούνται με προσωρινές διαταγές. Να βγάζουν τα χρήματά τους τα μεγάλα εργατικά γραφεία που τους υποστηρίζουν. Αξίζει να επισημανθεί και ότι η συγκεκριμένη διάταξη περιελήφθη, χωρίς να το ξέρει κανείς, ούτε καν ο Υπουργός Εργασίας, στο νομοσχέδιο για τα ναρκωτικά.

Και όχι μόνο αυτό: όταν ο κ. Μανιτάκης προσπάθησε να εξορθολογήσει αυτό το καθεστώς, βάζοντας χρονικά όρια στην απασχόληση με προσωρινή διαταγή και ασφαλιστικά μέτρα, δηλαδή παρέχοντας κίνητρο για προσφυγή στον τελικό δικαστή, αυτόν της κανονικής υποθέσεως και όχι στο δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων, ο πάτρων των περί τη δικαιοσύνη συντεχνιών κ. Ρουπακιώτης αντέδρασε και επέτυχε τη ματαίωση της κατάθεσης της σχετικής τροπολογίας. Η εισαγωγή της ρύθμισης αυτής μετατέθηκε για μετά το Πάσχα με την προφανή ελπίδα να ματαιωθεί εντελώς στο τέλος. Και σύσσωμο το ευεργετηθέν σύστημα, με πρωταγωνιστές τους συνδικαλιστές και τους εργατολόγους, ένιωσε ανακούφιση και υποσχέθηκε αγώνα για να διατηρήσει το συνταγματικό, όπως το ονομάζει, δικαίωμα στις πολλές αναβολές και στην απασχόληση με ασφαλιστικά μέτρα.

Στην πραγματικότητα απλώς πανηγύρισε, εις βάρος των κορόιδων (συμβασιούχων που πληρώνουν δικηγοριές αμοιβές και φορολογουμένων που πληρώνουν μισθούς), το δικαίωμά του να συνεχίσει το ανήθικο εμπόριο ελπίδας.

No comments: