Saturday, January 5, 2013

Ο Δήμαρχος, ο κ. Δένδιας, η βία και η συζήτηση

Ο δήμαρχος Αθηναίων, ο κ. Γιώργος Καμίνης, από την αρχή της θητείας του δηλώνει ότι ο καθένας πρέπει να κάνει τη δουλειά του. Δουλειά δική του είναι να διαχειρίζεται τη δημοτική περιουσία. Δουλειά του κ. Δένδια, Υπουργού Δημοσίας Τάξεως και Προστασίας του Πολίτη, είναι να φροντίζει, ώστε οι αστυνομικές δυνάμεις να επεμβαίνουν σε περίπτωση παρανομιών. Στην περίπτωση της Βίλλας Αμαλίας οι δυνάμεις επενέβησαν σε μια παράνομη κατάληψη, για να αποδώσουν το κτήριο στο Δήμο, στον οποίο ανήκει. Και ο Δήμος, φυσικά, αναλαμβάνει τη διοίκηση και τη διαχείριση της περιουσίας του.

Όσο αυτονόητο είναι ότι και οι δύο παράγοντες, τόσο ο κ. Καμίνης (εκπροσωπώντας το Δήμο), όσο και ο κ. Δένδιας (ως πολιτικός προϊστάμενος της αστυνομίας), έκαναν τη δουλειά τους, τόσο προσπαθούν όσοι υποστηρίζουν το κλίμα της γενικευμένης ανομίας να θολώσουν τη συζήτηση. Γιατί να γίνει η επέμβαση, ενώ τόσος κόσμος πεινάει, διερωτώνται στην αντιπολίτευση; Δηλαδή ο κ. Δένδιας δεν πρέπει να κάνει τίποτε, μέχρις ότου ο κ. Στουρνάρας ανορθώσει τα οικονομικά της χώρας, ο κ. Λυκουρέντζος και ο κ. Βρούτσης πετύχουν κάποια αξιοπρόσεκτη πρόοδο στην κοινωνική πρόνοια. Αντιστοίχως, γιατί ο κ. Καμίνης να ενδιαφερθεί να ανακαταλάβει ένα δημοτικό χώρο, ενώ υπάρχουν άστεγοι κ.λπ.;

Φυσικά, η επέκταση της συζήτησης είναι εσκεμμένη, γίνεται με σκοπό να αποφευχθεί η ουσιαστική καταγγελία της ανομίας και της παράτασης και διατήρησης αυτής, επειδή πλέον είμαστε εθισμένοι στον τσαμπουκά, στην αυτοδικία. Αλλά τόσο ο κ. Δένδιας, όσο και ο κ. Καμίνης μπορούν άνετα να απαντήσουν στην ουσία της μομφής: ο καθένας κάνει τη δουλειά του. Αν όλοι έκαναν τη δουλειά τους, πιθανότατα να μην είχαμε εισέλθει καν σε κρίση.

Ο κ. Καμίνης, όμως, κάνει τη δουλειά του εν προκειμένω και ξεπερνώντας τα τυπικά καθήκοντά του ως Δημάρχου, μιλώντας ως εκπρόσωπος των Αθηναίων που τον εξέλεξαν. Με την άφοβη δημόσια στάση του (ενώπιον προπηλακισμών που δέχθηκε μπροστά στα παιδιά του και απειλών ότι θα είναι το επόμενο θύμα τρομοκρατικής επίθεσης), με την ανυποχώρητη επιμονή του στην τήρηση της συνταγματικής νομιμότητας εμψυχώνει, επιβεβαιώνει, εκφράζει όσους επιθυμούν να ζουν σε καθεστώς ευνομούμενης δημοκρατίας - όσους δέχονται τον περιορισμό στις πράξεις μας και την επιδίωξη των ατομικών μας επιθυμιών, που επιβάλλει ο νόμος, ως το τίμημα για την αρμονική συμβίωση στην κοινωνία - όσους θεωρούν ότι οι διαφωνίες στην κοινωνία πρέπει να επιλύονται με βάση την αρχή της πλειοψηφίας και με σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα.

Η μάχη μεταξύ της νομιμότητας και της παρανομίας έχει πολλά μέτωπα. Το πιο επικίνδυνο είναι αυτό, στο οποίο η συστηματική παρανομία επιδιώκεται να γίνει κοινωνικώς αποδεκτή. Στο μέτωπο αυτό τασσόμαστε ανεπιφύλακτα με το Δήμαρχο Αθηναίων.

Tuesday, January 1, 2013

«Όλοι είναι ίδιοι» - ο μηδενιστικός εξισωτισμός και ποιους εξυπηρετεί

Τι θα μπορούσε κανείς να ευχηθεί για τον ελληνικό λαό το 2013; Να απομακρυνθεί λίγο παραπάνω από τις εύκολες, τις επιφανειακές αναλύσεις (χωρίς να μεταπίπτει στη συνωμοσιολογία) και να αρχίσει να αξιολογεί με λίγο μεγαλύτερη ακρίβεια και επιμονή τους πολιτικούς του. Κυρίως να απαλλαγεί από τη συνήθεια της εύκολης γενίκευσης (μια παράλληλη έκφανση της οποίας είναι ο ρατσισμός). Όταν γενικεύεται στο λαό η αίσθηση του «όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι», τότε αναπόφευκτα στρέφεται σε λύσεις όχι εκτός του πολιτικού κατεστημένου, αλλά εκτός του πολιτικού και δημοκρατικού συστήματος.

Δεν είναι συγκυριακή, σε ένα τέτοιο κλίμα, η άνοδος κομμάτων, όπως η Χρυσή Αυγή, που αναρωτιούνται φωναχτά εάν η δημοκρατία είναι το καλύτερο πολίτευμα, ή του ΣΥΡΙΖΑ, που προτάσσει την "ανυπακοή" (στη συνταγματική νομιμότητα) ως ένα από τα τρία βασικά συνθήματα που προέκυψαν από την πρόσφατη οργανωτική διάσκεψη του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας. Δεν είναι τόσο ο συνολικός, όσο ο αδιάκριτος χαρακτήρας της απαξίωσης όλων των θεσμών.

Γιατί πραγματικά, αν ψάξουμε, δεν θα βρούμε καλές και καλούς, ακόμη και διαμάντια ανάμεσα σ' αυτά που θεωρούμε κοπριά; Για να ξεκινήσουμε από μια τυπική περίπτωση συνολικής απαξίωσης, το σώμα των δημοσίων υπαλλήλων: όλοι μας δεν έχουμε δει υπαλλήλους σε διάφορες υπηρεσίες που με συγκινητικό φιλότιμο προσπαθούν για την εξυπηρέτησή μας και για τη θεραπεία του δημοσίου συμφέροντος; Αν ψάξουμε λίγο παραπάνω, δεν μπορούμε να διακρίνουμε και πολιτικούς, ακόμη και υπουργούς, που ξεχώρισαν με τις ενέργειές τους, που έδωσαν λύσεις με αποτέλεσμα μερικές φορές ακόμη και άμεσο και θετικό; Επίσης, η συνέπεια των διαφόρων πολιτικών ή η στάση τους απέναντι στα διάφορα ζητήματα που τους τέθηκαν δεν μπορούν να αξιολογηθούν, ώστε να προκύψει ποιοι είναι μόνιμοι λαϊκιστές, ερευνώντας κάθε φορά ποια τοποθέτηση θα τους κάνει προσωρινά δημοφιλείς, και ποιοι υποστήριξαν λύσεις που εν τέλει δικαιώθηκαν ή επεσήμαναν εγκαίρως προβλήματα, που στη συνέχεια ανεφάνησαν;

Διαφορετικά δύο είναι οι ομάδες που εξυπηρετούνται - η μία είναι όσοι ηθελημένα συγχέει το πολιτικό σύστημα, την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, με το πολιτικό κατεστημένο που έχει επιβληθεί στη χώρα τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτοί έχουν να προβάλουν για τους εαυτούς τους ότι μέχρι στιγμής δεν είχαν συμμετάσχει στη νομή της εξουσίας, άρα δεν βαρύνονται με πολλές από τις αμαρτίες των περασμένων κυβερνήσεων. Από την άλλη, ισχυρίζονται ότι ο λόγος που μέχρι στιγμής δεν είχαν αναδειχθεί ήταν το ίδιο το σύστημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας (όπως αποδείχθηκε τα τελευταία χρόνια, αυτό το επιχείρημα προβάλλεται πλέον όλο και περισσότερο και από τη λεγομένη "κινηματική" αριστερά, αν και ο βασικός του φορέας είναι η άκρα δεξιά). Αρκούνται στη μηδενιστική κριτική του πολιτικού συστήματος και, για το λόγο αυτό, συνήθως δεν μπαίνουν στον κόπο να διατυπώσουν συγκεκριμένες προτάσεις και λύσεις για επιμέρους προβλήματα, αλλά αρκούνται στην προβολή κάποιας ουτοπίας που είναι ελκυστική για το ένα ή το άλλο τμήμα του εκλογικού σώματος.

Η άλλη ομάδα δεν είναι παρά το ίδιο το πολιτικό κατεστημένο. Η μηδενιστική εξίσωση όλων των πολιτικών προσώπων και δυνάμεων κατ' αρχάς εξαφανίζει τις ευθύνες ενός εκάστου εκ των μελών του κατεστημένου και τις διαχέει σε προβλήγματα λειτουργικότητας του πολιτικού συστήματος. Επίσης, εξισώνει (πραγματικές ή φαινομενικές) κακές πρακτικές ή μικρής σημασίας παραπτώματα με κατάφωρες παραβάσεις του νόμου, παράνομο ατομικό πλουτισμό, αλλά και λαϊκιστική κομματική ή συνδικαλιστική ή άλλη λεηλασία του δημοσίου ταμείου. Έτσι, μεγάλο μέρος του πολιτικού κατεστημένου παραμένει στην ουσιαστική και πολιτική ατιμωρησία.

Ακόμη χειρότερο, όμως, είναι κάτι άλλο, στο οποίο το πολιτικό κατεστημένο ποντάρει: ότι η συνολική απαξίωση καταλαμβάνει ακόμη και τις καινούργιες προσπάθειες που γίνονται για ανατροπή του πολιτικού κατεστημένου, μέσα στο πλαίσιο όμως του πολιτικού συστήματος. Όταν όλοι είναι ίδιοι, δεν υπάρχει λόγος να προσεχθεί κάποια καινούργια κίνηση, απορρίπτεται εκ των προτέρων, χωρίς καν να δοκιμασθεί. Και επειδή η ανατροπή του συστήματος είναι επίφοβη για την πλειοψηφία, επειδή παρά τη δημοσκοπική άνοδο των άκρων, η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας φαίνεται να παραμένει προσηλωμένη στη δημοκρατία, το πολιτικό κατεστημένο επιτυγχάνει να αναλάβει και εργολαβικά την προστασία του πολιτικού συστήματος (η συμμετοχή των ΜΜΕ στην ταύτιση συστήματος και κατεστημένου είναι μια πολύ συγγενής συζήτηση).

Έτσι, η ευχή για τις πολιτικές εξελίξεις είναι να ξεπερασθούν οι εύκολες και επιφανειακές αναγνώσεις. Δυνάμεις που μάχονται για το καλό της πατρίδας υπάρχουν και ευρίσκονται εντός του πολιτικού συστήματος. Μακάρι ν' αρχίσουν να αναγνωρίζονται περισσότερο.