Wednesday, June 22, 2011

Ναι στη μείωση του κράτους, όχι στην αύξηση των φόρων - πραγματική τόνωση στην αγορά

Η μείωση του κράτους, εκτός από το δημοσιονομικό της αποτέλεσμα με την άμεση μείωση των εξόδων, έχει και πολλά άλλα ευεργετικά αποτελέσματα στην αγορά. Απαλλάσσει τις επιχειρήσεις από περιττά γραφειοκρατικά εμπόδια, τα οποία είναι και αυτά ανασταλτικά για τις επενδύσεις και την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας. Και, φυσικά, απελευθερώνει πόρους, οι οποίοι δεσμεύθηκαν για τη θεραπεία μιας συγκεκριμένης ανάγκης κατά την επιλογή μιας γραφειοκρατίας, στην αγορά, από την οποία θα προκύψει ορθολογικότερη κατανομή των πόρων, προς όφελος των αναγκών των καταναλωτών.

Η αύξηση των φόρων, αντιθέτως, εκτός από την άμεση χρηματική επιβάρυνση (και με αβέβαιο το δημοσιονομικό αποτέλεσμα) ενισχύει την ήδη υφισταμένη γραφειοκρατία, η οποία και βρίσκει την ευκαιρία να κάνει ό,τι κάνει πάντα η γραφειοκρατία: να γιγαντωθεί, να αποκτήσει περισσότερη εξουσία και να καταλήξει να επιβαρύνει κι άλλο τον ιδιωτικό τομέα.

Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, η ύπαρξη πολλών κρατικών φορέων φέρνει άλλες στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς: χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα στρατόπεδα εκπαιδεύσεως νεοσυλλέκτων, αλλά και διάφορα ΤΕΙ, κατανεμημένα σε επαρχιακές πόλεις όχι με κριτήριο την εξυπηρέτηση των φοιτητών, λόγω της εγγύτητάς τους με σημαντικά πληθυσμιακά κέντρα, αλλά με σκοπό την τεχνητή τόνωση της τοπικής οικονομίας διά της εξυπηρετήσεως των στρατιωτών και των σπουδαστών. Και μόνη η χοροθέτηση των κέντρων εκπαιδεύσεως νεοσυλλέκτων και των ΤΕΙ (και, σε αρκετές περιπτώσεις, και φυλακών) είναι ενδεικτική των κριτηρίων που χρησιμοποιεί το κράτος για την κατανομή των πόρων του - τεχνητή ενίσχυση της ζητήσεως σε περιοχές, από τις οποίες αναμένει η εκάστοτε πολιτική ηγεσία ψήφους. Σκεφθείτε, όμως, και ότι η τοποθέτηση των πανεπιστημίων και των στρατοπέδων εγκλωβίζουν τις τοπικές οικονομίες στην υιοθέτηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, οι οποίες κινούνται γύρω από την εξυπηρέτηση των στρατιωτών ή των σπουδαστών: από ενοικιαζόμενα διαμερίσματα μέχρι καφετέριες και μπαρ. Οι τοπικές οικονομίες στη συνέχεια γίνονται απολύτως εξαρτημένες από την παρουσία του στρατοπέδου ή του ΤΕΙ, με συνέπεια τυχόν μετακίνηση του φορέα αυτού να προκαλεί έντονες κοινωνικές αντιδράσεις (και να έχει σοβαρό πολιτικό κόστος) και να συμπλέκεται ακόμη περισσότερο η απόφαση για την τοποθέτηση των φορέων αυτών με κοντόφθαλμους πολιτικούς μικροϋπολογισμούς. Όμως και το προϊόν που παράγουν δεν έχει κάποια προστιθεμένη αξία, κάποια πραγματική αναπτυξιακή προοπτική (χωρίς να παραγνωρίζουμε ότι οι συγκεκριμένες δραστηριότητες ταιριάζουν στη ραθυμία που θεωρείται σχεδόν αρετή στην ελληνική επαρχία).

Έτσι, η τραγική οικονομική κατάσταση της χώρας μας παρέχει αφορμή για την απεξάρτηση από τους τοπικιστικούς μικροπολιτικούς υπολογισμούς, ώστε και οι κάτοικοι των περιοχών, στις οποίες ευρίσκονται οι καταργούμενοι οργανισμοί, να στραφούν σε πραγματικά παραγωγικές δραστηριότητες.

Tuesday, June 21, 2011

Ναι στη μείωση του κράτους, όχι στην αύξηση των φόρων - σίγουρο αποτέλεσμα

Τώρα, πώς και γιατί να διαφημίζεται μια πολιτική επιλογή, ότι έχει "σίγουρο αποτέλεσμα"; Διότι στη σημερινή κατάσταση, όταν οι δανειστές, που κρατούν τη χώρα μας εκτός χρεωκοπίας, ενδιαφέρονται για τη δραματική βελτίωση των δημοσιονομικών μεγεθών, είναι σαφές ότι τους (και μας) ενδιαφέρουν μέτρα, των οποίων το αποτέλεσμα είναι άμεσα μετρήσιμο και βέβαιο. Γνωρίζουμε ποιες δαπάνες αντιστοιχούν με τις κρατικές δραστηριότητες που καταργούνται και, απλούστατα, ξέρουμε ότι θα τις διαγράψουμε από τη στήλη των εξόδων. Εάν, δηλαδή, πούμε ότι καταργούμε τα τμήματα του ΤΕΙ Κοζάνης που βρίσκονται στα Γρεβενά, ξέρουμε ότι γλιτώνουμε τη μισθοδοσία των διδασκόντων και του διοικητικού προσωπικού, τις δαπάνες για μίσθωση, συντήρηση και καθαριότητα του κτηρίου, κ.λπ. Και ξέρουμε ότι η μείωση των δαπανών αυτών είναι δεδομένη, δεν εξαρτάται από άλλους, εξωτερικούς παράγοντες.

Αντιθέτως, εάν αυξήσουμε τους φορολογικούς συντελεστές, δεν μπορούμε (όπως προκύπτει και στην πράξη) να προβλέψουμε με ακρίβεια τι θα προσθέσουμε στη στήλη των εσόδων. Η αύξηση των φορολογικών συντελεστών, εκτός του ότι δημιουργεί περισσότερα κίνητρα για φοροδιαφυγή, αποτελεί και αντικίνητρο για την οικονομική δραστηριότητα. Οδηγεί, δηλαδή, σε μειωμένο κύκλο εργασιών τις επιχειρήσεις, σε μικρότερη φορολογική βάση - έτσι, το γινόμενο της νέας, φορολογικής βάσεως, επί το νέο φορολογικό συντελεστή, δεν θα είναι ιδιαιτέρως αυξημένο (και συχνά θα είναι μειωμένο) σε σχέση με αυτό της παλαιότερης φορολογικής βάσεως επί τον παλαιό φορολογικό συντελεστή. Αυτό ισχύει και για τους άμεσους, και για τους έμμεσους φόρους - η αύξηση στον ΦΠΑ οδηγεί, εκτός από λιγότερες επενδύσεις (αφού ακριβαίνει η προμήθεια των πρώτων υλών, τα μεταφορικά κ.λπ.) και σε μικρότερη κατανάλωση - πράγμα που οδηγεί σε μικρότερες επενδύσεις, γιατί το προσδοκώμενο αποτέλεσμά τους είναι μικρότερο και έτσι προχωρεί ένας φαύλος κύκλος. Ο κύκλος αυτός, εκτός από τις άλλες "φαυλότητες" χαρακτηρίζεται και από μειωμένη δυνατότητα εισπράξεως εσόδων από το κράτος, δηλαδή στο τέλος η αύξηση του φορολογικού συντελεστή δεν πετυχαίνει ούτε καν το βασικό της στόχο.

Αυτό το χαρακτηριστικό που έχει η μείωση του κράτους, η βεβαιότητα του δημοσιονομικού της αποτελέσματος, είναι κάτι που μπορεί να "πουληθεί" στους δανειστές μας - θα το δέχονταν ασμένως, επειδή ακριβώς τους διασφαλίζει περισσότερο.

ΥΓ. Η πράξη στη χώρα μας αποδεικνύει ότι χαλινάρι στα έξοδα, χωρίς την κατάργηση οργανισμών, δύσκολα μπαίνει. Πέρυσι μειώθηκαν σε πολύ μεγάλο ποσοστό οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων και οι συντάξεις, αλλά η τελική μείωση του κόστους ήταν σχεδόν αμελητέα. Διάφοροι γαλαντόμοι υπουργοί ή προϊστάμενοι φρόντισαν με διάφορα τερτίπια (επιπλέον υπερωρίες, οδοιπορικά μαϊμού κ.λπ.) να αποκαταστήσουν τη διαφορά.

Monday, June 20, 2011

Ναι στη μείωση του κράτους, όχι στην αύξηση των φόρων: εισαγωγή

Ο Στέφανος Μάνος, στο γνωστό πρόσφατο άρθρο του, προτείνει να ληφθούν γενναία μέτρα, ώστε το έτος 2011 να λήξει με πρωτογενές πλεόνασμα. Δεν χρειάζεται καν να μνημονευθούν οι θετικές συνέπειες που θα είχε ένα τέτοιο αποτέλεσμα - ουσιαστικά θα προκαλούσε τέτοιο θετικό σοκ στις αγορές, ώστε να πέσουν τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων και τα ασφάλιστρα κινδύνου. Προσδίδει ιδιαίτερη σημασία στη μείωση των δαπανών, μέσω της μειώσεως του κράτους, με κατάργηση υπηρεσιών, χωρίς τις οποίες μπορούμε να ζήσουμε, και αντιπαραβάλλει την πρόταση αυτή με την τακτική που ακολουθεί η κυβέρνηση, η οποία προσπαθεί να αυξήσει τα έσοδα του Κράτους μέσω της αυξήσεως φορολογικών συντελεστών ή της επιβολής εκτάκτων εισφορών και διαφόρων άλλων βαρών.

Το δίλημμα: μείωση δαπανών (κράτους) ή αύξηση φόρων θα έπρεπε κανονικά να μην τίθεται καν. Ειδικά στη σημερινή κατάσταση, τα πλεονεκτήματα της μειώσεως του κράτους είναι πρόδηλα. Στη σύγκριση αυτή θα αφιερώσουμε τις επόμενες αναρτήσεις στο ιστολόγιό μας, κλείνοντας με προτάσεις για αντιμετώπιση των δυσμενών συνεπειών που μπορεί να επιφέρει η μείωση του κράτους για υπαλλήλους που θα χάσουν τις θέσεις τους, αλλά και με τη δυνατότητα αναδιαπραγματεύσεως των όρων δανεισμού της χώρας μας στη βάση της μειώσεως του κράτους. Σήμερα ας ξεκινήσουμε μόνο με ένα γενικό πλαίσιο και κάποιες βασικές διαπιστώσεις.

Κατά πρώτον, η μείωση του κράτους έχει άμεσο και μετρήσιμο δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να πει κανείς για την αύξηση των φορολογικών συντελεστών - κάτι που έδειξε και η πράξη στην Ελλάδα. Παρά τους αυξημένους φορολογικούς συντελεστές και την αύξηση της φορολογίας και του ΦΠΑ σε διάφορα είδη, όπως και αυξήσεις σε θεωρούμενα είδη πολυτελείας, τα έσοδα δεν είχαν την αναμενόμενη αύξηση - και όλα δείχνουν ότι ακόμη μεγαλύτερες αυξήσεις ή έκτακτες εισφορές, περισσότερη φορολόγηση της ιδιωτικής περιουσίας κ.λπ., δεν θα βοηθήσει καθόλου.

Κατά δεύτερον, η μείωση του κράτους έχει ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση δυνάμεων στην αγορά που, με τη σειρά της, φέρνει νέες θέσεις εργασίας και μάλιστα παραγωγικές, όχι παρασιτικές. Σημαίνει λιγότερους οργανισμούς και γραφειοκρατία, που θέτουν εμπόδια, κατά κανόνα, στη λειτουργία των επιχειρήσεων. Αντιθέτως, η αύξηση της φορολογίας αποτελεί σημαντικό αντικίνητρο για την επιχειρηματική δραστηριότητα. Επίσης, σε συνδυασμό και με το ασταθές φορολογικό περιβάλλον, λειτουργεί εντελώς αποτρεπτικά σε άμεσες ξένες επενδύσεις.

Τρίτον, η μείωση του κράτους έχει μόνιμο χαρακτήρα και μόνιμο αποτέλεσμα. Αντιθέτως, η αύξηση των φορολογικών συντελεστών, ακόμη κι εάν οδηγήσει σε πρόσκαιρη αύξηση των φορολογικών εσόδων, εξαντλεί γρήγορα την οποία δυναμική της. Και, βεβαίως, η μείωση του κράτους είναι και μέσον εξορθολογισμού του στενού και ευρύτερου δημοσίου τομέα. Με τη μείωση του κράτους, δηλαδή, πολλές από τις περιττές λειτουργίες του θα καταργηθούν, ενώ παρέχεται και αφορμή για ανακατανομή προσωπικού. Αντιθέτως, η αύξηση της φορολογίας απλώς διατηρεί την παρούσα κατάσταση με όλες τις στρεβλώσεις που έχει ο τεράστιος δημόσιος τομέας.

Όλα τα παραπάνω δεν είναι πρωτότυπες σκέψεις - δεν ανακαλύπτουμε τον τροχό. Είναι κάλεσμα προς το πολιτικό σύστημα να ξεπεράσει τις γραφειοκρατικές εμμονές και εξαρτήσεις του, να παραμερίσει τα διάφορα συντεχνιακά συμφέροντα που έχουν στηθεί γύρω από το κράτος, ώστε να λειτουργήσει στο τέλος επ' ωφελεία της κοινωνίας.

Saturday, June 18, 2011

Τέρμα τα πρόσωπα - στροφή στην πολιτική

Αφού κατά τη διάρκεια των 48 ωρών που προηγήθηκαν του ανασχηματισμού απεδείχθη ότι ο Πρωθυπουργός ώδινεν όρος και έτεκεν μυν, μάλλον πρέπει να το πάρουμε απόφαση ότι με αυτή την κυβέρνηση θα πρέπει να κινηθούμε. Δεν έχει νόημα ούτε να ζητούμε εκλογές, οι οποίες θα προκαλέσουν μια τέτοια φυγή καταθέσεων, ώστε η χρεωκοπία να καταστεί βεβαία μέχρι την ημερομηνία διεξαγωγής τους, ούτε να αρνούμαστε την υπερψήφιση του μεσοπροθέσμου προγράμματος το οποίο, παρά τις αρκετές αδυναμίες του, αποτελεί προϋπόθεση για την εκταμίευση της 5ης δόσεως του δανείου της χώρας μας και της αποφυγής της άμεσης χρεωκοπίας.

Πώς πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να κινηθούμε όλοι, όσοι δεν θέλουμε η χώρα μας να χρεωκοπήσει αμέσως; Τονίζοντας όσο μπορούμε τις αδυναμίες του μεσοπροθέσμου και προσπαθώντας να αναδείξουμε τις διαρθρωτικές εκείνες αλλαγές, οι οποίες μπορούν να κάνουν τη χώρα μας "τίγρη των Βαλκανίων".

Ο βασικός άξονας που χρειάζεται να τονισθεί είναι ότι το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, όπως και η εν γένει πολιτική της κυβερνήσεως, αποδίδει σημασία μόνο στην αύξηση των εσόδων. Ζητεί ακόμη μεγαλύτερη φορολογία, αυξάνοντας τους φορολογικούς συντελεστές και επιβάλλοντας έκτακτες εισφορές. Δεν χρειάζεται καν να επισημανθεί ότι η τακτική αυτή δεν είναι αποδοτική. Η αύξηση των φορολογικών συντελεστών είναι πολύ ισχυρό αντικίνητρο για την επιχειρηματική δράση και, φυσικά, αποτρεπτική οποιασδήποτε άμεσης ξένης επενδύσεως. Έτσι, το αποτέλεσμα είναι να μειώνονται τα συνολικά φορολογικά έσοδα, εντελώς αντίθετα δηλαδή από τον επιδιωκόμενο στόχο. Ενώ η άμεση μείωση των φορολογικών συντελεστών μπορεί να οδηγήσει σε μια σημαντική βραχυπρόθεσμη στέρηση εσόδων (και για το λόγο αυτό ίσως να μην είναι προτιμητέα), πρέπει οπωσδήποτε στο τέλος του προγράμματος οι συντελεστές να έχουν μειωθεί σημαντικά. Ίσως μπορεί να δοκιμασθεί και ένας ειδικός, χαμηλός φορολογικός συντελεστής για επενδύσεις που προέρχονται από εισαγόμενο συνάλλαγμα, κατά το επιτυχημένο πρότυπο του αντιστοίχου νόμου Μαρκεζίνη, χάρη στον οποίον η χώρα μας είχε αποκτήσει (έστω και για λίγες δεκαετίες) σοβαρή βιομηχανία - αντίστοιχη πρόταση θα μπορούσε να περιλάβει ειδικές ζώνες επενδύσεων. Α, και πρέπει οπωσδήποτε να καταργηθούν οι φόροι υπέρ τρίτων, οι οποίοι δεν καταλήγουν στο κεντρικό ταμείο, αλλά, στην πραγματικότητα, στις τσέπες κάποιων προνομιούχων. Αυτό μπορεί να γίνει χωρίς ουσιαστική επιβάρυνση του προϋπολογισμού.

Οπωσδήποτε, όμως, χρειάζεται να γίνουν πολλά περισσότερα στη μείωση των δαπανών του κράτους. Οι πολλές κρατικές υπηρεσίες που δεν παρέχουν χρήσιμο έργο είναι πολυτέλεια, η οποία δεν μπορεί υπό τις συνθήκες αυτές να διατηρηθεί. Πολλές από αυτές πρέπει να κλείσουν. Οι επιδοτήσεις σε κάποια ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία απολαμβάνουν απίστευτων προνομίων, χρειάζεται να σταματήσουν επίσης (γιατί να δίνουν οι φορολογούμενοι σχεδόν 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ ετησίως στους συνταξιούχους του ΟΤΕ και της ΔΕΗ;). Τι να πούμε, μετά, για πλασματικές υπερωρίες ή οδοιπορικά, για παροχές τύπου κοινωνικού τουρισμού κ.λπ., για τα 5 ή 6 κρατικά κανάλια, για τα εκατοντάδες δημοτικά; Επίσης, για το πλεονάζον προσωπικό σε πολλούς τομείς, το οποίο δυστυχώς (δείγμα κι αυτό της στρεβλώσεως του κράτους) δεν μπορεί να απορροφηθεί σε άλλους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το υπερ-πλεονάζον διοικητικό προσωπικό στα Νοσοκομεία, όταν το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό είναι ελλιπές. Άλλες ρυθμίσεις, όπως η μείωση του περιθωρίου κέρδους των φαρμακοποιών, το οποίο εν τέλει επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, είναι κι αυτές απαραίτητες για το συμμάζεμα των οικονομικών μας. Α, και μη νομίζετε ότι όλη αυτή τη σοφία την κατέβασα μόνος μου - από εδώ την πήρα σε πολύ μεγάλο βαθμό. Αν ενισχύσουμε φωνές, όπως αυτή του Στέφανου Μάνου, προσθέτοντας και τη δική μας φωνή στις προτάσεις του, ίσως να επηρεάσουμε, έστω και κατ' ελάχιστον, μια στρουθοκαμηλίζουσα κοινή γνώμη.

Ένα άλλο σκέλος που παραβλέπεται είναι οι διαρθρωτικές αλλαγές. Απελευθέρωση ουσιαστική των επαγγελμάτων, καμποτάζ, μεταφορές, υπηρεσίες κ.λπ. Αν είναι δυνατόν, απελευθέρωση στην ανώτατη παιδεία και, βέβαια, αποχή του κράτους από επιχειρηματικές δραστηριότητες, αποκρατικοποιήσεις κ.λπ. Και, φυσικά, τα άλλα γνωστά - μείωση της γραφειοκρατίας και τα ρέστα - πράγματα που μόνο σε αδρές γραμμές και με γενικολογίες μπορούν ν' αναφερθούν τώρα. Όμως νομίζω ότι οι φωνές μας, από εδώ και πέρα, πρέπει να μην είναι στην κατεύθυνση του σχολιασμού προσώπων, αλλά της προωθήσεως των πολιτικών εκείνων, που θα αξιοποιήσουν το χρόνο που κερδίζουμε με το μνημόνιο και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα. Ας φανεί, επιτέλους, ότι στην κοινωνία υπάρχει το αίτημα για ουσιαστική μεταρρύθμιση και εξορθολογισμό και όχι για διατήρηση του παλαιού, αποτυχημένου καθεστώτος.

Friday, June 17, 2011

Μούδιασμα - με (πολύ) λίγα στοιχεία ευχάριστης εκπλήξεως

Πώς αλλιώς να αντιδράσει κανείς στο σημερινό ανασχηματισμό; Για άλλη μια φορά ο Πρωθυπουργός είχε την ευκαιρία να κάνει μια υπέρβαση (ξέρω, ξέρω, παλαιά αγαπημένη λέξη του κ. Σαμαρά), να δώσει μια νέα δυναμική στο κυβερνητικό επιτελείο, για μια ακόμη φορά, γενικώς ειπείν, απογοήτευσε. Ίσως να τον αδικούμε - ίσως (μια κρυφή, αν και όχι πολύ βάσιμη ελπίδα) η τοποθέτηση ενός ανθρώπου της ευφυΐας του Ευαγγέλου Βενιζέλου στο Υπουργείο Οικονομικών (με δεδομένη, πάντοτε, τη ροπή του προς το λαϊκισμό) να φέρει αποτελέσματα που κανείς δεν θα περίμενε. Αλλά η γενική εικόνα που αναδύθηκε ήταν ότι ο Πρωθυπουργός σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή ενδιαφέρθηκε περισσότερο να τηρήσει εσωτερικές ισορροπίες (μέσα στο κόμμα και την κοινοβουλευτική ομάδα), παρά να τοποθετήσει τους αρίστους ή, έστω, τους πολύ ικανούς στα διάφορα υπουργεία.

Γιατί πώς αλλιώς εξηγείται η διατήρηση του κ. Χρήστου Παπουτσή, ο οποίος προσπαθεί να ανταγωνισθεί τον κ. Προκόπη Παυλόπουλο σε αδράνεια; Ή του κ. Κώστα Σκανδαλίδη; Πώς εξηγείται η υποβάθμιση του κ. Γιάννη Ραγκούση και του κ. Γιώργου Παπακωνσταντίνου, που είναι οι υπουργοί που, μαζί με τον κ. Ανδρέα Λοβέρδο, κατά κοινή ομολογία εργάσθηκαν περισσότερο; Από την άλλη, αναβαθμίσθηκαν ο κ. Χάρης Καστανίδης και ο κ. Δημήτρης Ρέππας - ανέλαβε τη μεταρρύθμιση του κράτους ο υπουργός που δεν μπόρεσε καλά-καλά να απελευθερώσει τις μεταφορές, ενώ τη γενική διοίκηση (Υπουργείο Εσωτερικών) ο υπουργός που, ως Υπουργός Δικαιοσύνης, λίγο ως πολύ αμφισβήτησε την αρχή της νομιμότητας, λέγοντας ότι η εφαρμογή των νόμων είναι σχετική (όσον αφορά την υπουργοποίηση του αντι-μνημονιακού κ. Παντελή Οικονόμου - ουδέν σχόλιον!).

Ακόμη κι εάν είχε, δηλαδή, ο κ. Παπανδρέου κατά νου να συγκροτήσει την πιο αξιόμαχη κυβέρνηση που μπορούσε (βάζοντας στο στοιχείο του αξιομάχου και τη στήριξη από την κοινοβουλευτική του ομάδα), αυτό που εισπράττει ο παρατηρητής είναι ότι απλώς θέλησε να εξαγοράσει τη στήριξη ή, έστω, την ανοχή σημαντικού μέρους των βουλευτών του με το μοίρασμα αξιωμάτων. Σε μια στιγμή που θα χρειαζόταν τουλάχιστον τεκμήριο τεχνοκρατικής ικανότητας - όπου ακόμη και εξωκοινοβουλευτικοί ή εξωκομματικοί θα μπορούσαν να τοποθετηθούν μόνο και μόνο με αναφορά στις ικανότητές τους, ο Πρωθυπουργός φάνηκε να αναδιπλώνεται και να υποτάσσεται στους κομματικούς φεουδάρχες (αυτό, φυσικά, δεν αποκλείει την πιθανότητα ο κ. Παπανδρέου να εκτίμησε ότι, φέρνοντας τεχνοκράτες εκτός ΠΑΣΟΚ, μπορεί να έχανε τη δεδηλωμένη πλειοψηφία στη Βουλή - ενδεχόμενο, ας πούμε, όχι και πολύ κολακευτικό για το κυβερνών κόμμα και τη νοοτροπία του).

Σε λίγα θετικά στοιχεία μπορούμε να σταθούμε. Απομακρύνθηκε η κα. Μπιρμπίλη, των μεγάλων οραμάτων και της ελλείψεως επαφής με την πραγματικότητα (βλ. σχέδιο για πεζοδρόμηση Πανεπιστημίου). Γλιτώσαμε την κα. Κατσέλη, η οποία προσπαθούσε να διεκδικεί "εξαιρέσεις" και "αποκλίσεις" από το Μνημόνιο εξ αιτίας μιας αρτηριοσκληρωτικής αντιλήψεως για τις εργασιακές σχέσεις - και που επέτυχε οι μειώσεις μισθών που νομοθέτησε το κόμμα της να μην έχουν αντίκρισμα στους υπαλλήλους του Υπουργείου της. Γλιτώσαμε και τον κ. Δρούτσα, ο οποίος δεν έδειξε κάτι που να δικαιολογεί την εμπιστοσύνη, με την οποία τον είχε περιβάλει ο Πρωθυπουργός. Από την άλλη, ευχάριστη έκπληξη απετέλεσε η τοποθέτηση του κου. Ηλία Μόσιαλου στην κυβέρνηση, έστω και ως Υπουργού Επικρατείας, όπως και του κ. Λαμπρινίδη στο Υπουργείο Εξωτερικών.

Όμως ακόμη και με αυτά τα (ολίγιστα) θετικά στοιχεία, δεν μπορούμε να είμαστε ενθουσιασμένοι με τη νέα κυβέρνηση. Δεν έχει κάποιο, το οποίο να πείθει (εκ πρώτης όψεως, τουλάχιστον) ότι θα οδηγήσει τη χώρα στη δημοσιονομική εξισορρόπηση και θα αποφύγει τη χρεωκοπία. Θα προσέθετα: "μακάρι να διαψευσθώ", αλλά ακόμη και η ελπίδα, που πεθαίνει τελευταία, μετά από αρκετές απογοητεύσεις κουράζει.

Wednesday, June 15, 2011

Σχολιάζοντας τις φήμες για κυβέρνηση συνεργασίας

Αυτή τη στιγμή δεν μιλάμε με κάποιο δεδομένο, πέρα από το δημοσιογραφικό ρεπορτάζ για τη συζήτηση, μεταξύ του Πρωθυπουργού και του κ. Σαμαρά, για τη δημιουργία κυβερνήσεως συνεργασίας. Υποθέτοντας ότι μια τέτοια συζήτηση όντως διεξάγεται, δεν γνωρίζουμε ποιος θα είναι επικεφαλής, τι πολιτική θα ακολουθήσει, πόσο θα διαρκέσει κ.λπ.  Μ' όλα ταύτα, μπορούμε να σχολιάσουμε την κατ' αρχήν ιδέα μιας κυβερνήσεως συνεργασίας μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας σήμερα.

Ας πάρουμε τα αρνητικά πρώτα: στις κυβερνήσεις συνεργασίας που γνώρισε η χώρα μας (το 1989-1990 πρόσφατα και το 1950-52 και πριν παλαιότερα) κυριαρχούσε η ανευθυνότητα. Η μία παράταξη προσπαθούσε να φορτώσει στην άλλη τις αντιδημοφιλείς αποφάσεις και ο κυβερνητικός λαϊκισμός ήταν πιο έντονος. Επίσης, η διάχυση της ευθύνης οδηγούσε μάλλον σε περισσότερη ανευθυνότητα, καθώς κανείς από τους κυβερνητικούς εταίρους δεν ανελάμβανε να προχωρήσει σε δύσκολες αποφάσεις. Τέλος, μην ξεχνάμε ότι η συγκυβέρνηση ΝΔ - Συνασπισμού του θέρους του 1989 είχε ως αποκλειστικό σκοπό την εξόντωση του ΠΑΣΟΚ (άλλο το δικαιολογημένο ή μη της παραπομπής του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο). Σήμερα, επίσης, μια κυβερνητική αλλαγή μπορεί να φέρει ακόμη μεγαλύτερη αβεβαιότητα στις αγορές, να οδηγήσει όχι μόνο επενδυτές, αλλά και απλούς καταθέτες στον πανικό με μαζικές αναλήψεις χρημάτων ή τη μεταφορά τους στο εξωτερικό, πολύ περισσότερο εάν διαφανεί ότι σκοπεύει να ρισκάρει τη συμφωνία για τη λήψη του δανείου (μνημόνιο, μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα), το οποίο ακόμη κρατά τη χώρα ζωντανή. Επίσης, δεν ξέρουμε εάν μια κυβέρνηση συνεργασίας θα οδηγήσει σε συναγωνισμό μεταξύ των εταίρων σε ρουσφέτια.

Στα θετικά, ωστόσο: μια συγκυβέρνηση, η οποία θα οδηγήσει (έστω και μέσω μιας αναδιαπραγματεύσεως) σε μια συμφωνία με τους πιστωτές μας, την οποία αποδέχονται τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, οπωσδήποτε θα διασκεδάσει σε μεγάλο βαθμό τις ανησυχίες των αγορών. Επίσης (αν και αυτό είναι μάλλον θεωρητικό), η είσοδος και άλλου κυβερνητικού εταίρου ενδεχομένως να κλονίσει τη μονομανία της παρούσης κυβερνήσεως για την αύξηση των φορολογικών εσόδων και να οδηγήσει (επίσης, μάλλον στη θεωρία) σε μείωση του κράτους. Ακόμη, εάν και τα δύο μεγάλα κόμματα δεσμευθούν, έστω και μετά από αναδιαπραγμάτευση, στην τήρηση μιας συμφωνίας με τους πιστωτές της χώρας μας, θα γνωρίζουμε ότι, ακόμη και σε περίπτωση που προκηρυχθούν εκλογές, και η κυβέρνηση που θα προκύψει από αυτές θα εξακολουθήσει να στηρίζει τη συμφωνία αυτή - πράγμα που από μόνο του μπορεί να οδηγήσει και σε μεγαλύτερη αξιοπιστία, εάν υποβληθεί ένα αίτημα επαναδιαπραγμάτευσης των όρων δανεισμού.

Με όλα αυτά, μάλλον θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε θετικά, αλλά με πολλές επιφυλάξεις, τις εξελίξεις της ημέρας. Ωστόσο, την τελική κρίση θα επηρεάσουν εν πολλοίς οι επιλογές σε πρόσωπα και πολιτικές των επικεφαλής των δύο κομμάτων.

Saturday, June 4, 2011

Κάποιοι άλλοι αγανακτισμένοι - 4 Ιουνίου 1989

Ήταν 4 Ιουνίου 1989. Είχαν περάσει σχεδόν δύο μήνες στην "Πλατεία της Ουράνιας Γαλήνης" στο Πεκίνο. Αντιμετώπιζαν ένα στυγνό καθεστώς, μονοκομματικό, με μονοπώλιο στον τύπο, που τους λοιδωρούσε. Ήθελαν να φέρουν τη δημοκρατία, να αντικαταστήσει ένα καθεστώς που επικαλείτο άμεση δημοκρατική νομιμοποίηση, μέσω των συνελεύσεων των εργατών. Ήθελαν να ανατρέψουν την καθεστηκυία τάξη. Δεν έτρεφαν αυταπάτες για την κατάληξη του εγχειρήματός τους, για τη δυνατότητά τους να πλήξουν το πανίσχυρο καθεστώς. Πολλοί ήξεραν ότι θα πληρώσουν τη στάση τους με τη ζωή τους. Και τα τανκς ήλθαν, τόσο σίγουρα, τόσο αναπόφευκτα, τόσο βάρβαρα. Ακολούθησαν φυλακίσεις, βασανιστήρια, εκτελέσεις. Κάποιοι έδωσαν τη ζωή τους, για να ζήσουν καλύτερα οι επόμενες γενιές.

Είναι 4 Ιουνίου 2011. Έχουν περάσει περίπου 10 ημέρες στην Πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα. Ισχυρίζονται ότι αντιστέκονται σε ένα καθεστώς που οι ίδιοι όμως εξέθρεψαν, με διαπλεκόμενο τύπο, που τους θωπεύει. Θέλουν να καταργήσουν την αντιπροσωπευτική δημοκρατία και να την αντικαταστήσουν με ένα καθεστώς άμεσης δημοκρατίας, που θα διοικείται μέσω των συνελεύσεών τους. Θέλουν να διατηρήσουν την κρατικοδίαιτη ουτοπία των προνομίων τους. Ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν. Ξέρουν ότι το διαλυμένο καθεστώς θα τους ανεχθεί, θα προσπαθήσει να βρει τρόπο να ξεγελάσει όποιον ακόμη μπορεί, για να τους διατηρήσει ευχαριστημένους. Ούτε αστυνομία θα στείλει, θα κοντέψει να τους επιτρέψει να εισβάλουν στη Βουλή. Καμμία ασχημοσύνη, ακόμη κι εάν είναι παράνομη, δεν θα τιμωρηθεί. Κάποιοι αποφασίζουν το χαβαλέ τους να τον περάσουν εκεί - δεν έχουν να χάσουν τίποτε, μπας και διατηρήσουν κάποιο προνόμιο, φορτώνοντας όλα τα βάρη στις επόμενες γενιές.

ΥΓ. Κάποιοι από την πολιτική καθηγεσία των σημερινών αγανακτισμένων εξακολουθούν και επαινούν το καθεστώς, στο οποίο αντιτάχθηκαν οι ήρωες της Πλατείας Τιανανμέν.

Thursday, June 2, 2011

Μουντζώνετε τη Βουλή; Στα μούτρα σας!

Η όλη ιστορία με τους "αγανακτισμένους" ξεχωρίζει κυρίως ως άσκηση ανευθυνότητας. Ανευθυνότητα τόσο για το παρελθόν, όσο και για το μέλλον. Οι αγανακτισμένοι αυτοί το 2009, το 2007, το 2004, το 2000, το 1996 και ακόμη πιο παλιά είχαν μια καίρια δυνατότητα να επηρεάσουν τα πράγματα: την ψήφο τους. Προτίμησαν να την ανταλλάξουν με κάποιο ρουσφέτι ή να την δώσουν σε κάποιο κόμμα, χωρίς να πολυ-ψάξουν τι παίζει (το μεγαλύτερο ψέμα είναι ο ισχυρισμός τους ότι τώρα μάθανε την αλήθεια - μόνο ένας συνειδητά αποστρέφων το πρόσωπό του από την πραγματικότητα δεν μπορούσε να διακρίνει πού οδηγούσαν όλες οι κρατικές σπατάλες) ή να πάνε στις παραλίες για χαβαλέ, αντί να ασκήσουν την εξουσία που τους έδινε το Πολίτευμα - γιατί η ψήφος είναι άσκηση εξουσίας με την ευθύνη που κάτι τέτοιο συνεπάγεται, όσο κι αν θέλουν να το αποσιωπήσουν αυτό. Και όσοι απ' αυτούς δεν ψήφισαν τα κόμματα που έχουν κυβερνήσει τις τελευταίες δεκαετίες τον τόπο, φαίνεται ότι παρέλειψαν να αξιοποιήσουν και τη δυνατότητα που τους έδινε αυτό το "κακό" σύστημα, να μορφώσουν οι ίδιοι κάποιο σχηματισμό και να επιδιώξουν, τουλάχιστον, να πείσουν τους συμπολίτες τους για όλα αυτά, για τα οποία τώρα διαμαρτύρονται. Ό,τι είχαν να κάνουν, που ήταν δύσκολο και υπεύθυνο, το παρέλειψαν. Επέδειξαν τρομερή ανευθυνότητα στο παρελθόν - διότι, εάν υπήρχε αυτό το πλειοψηφικό ρεύμα κατά της διαφθοράς, των σημερικών πολιτικών κ.λπ., το ότι δεν εμφανίσθηκε στο παρελθόν οφείλεται αποκλειστικά στην παράλειψη των ιδίων να κινητοποιηθούν ως τώρα. Από την άλλη, ό,τι είναι εύκολο και αποκοιμίζει τη συνείδησή τους, να βαράνε κατσαρόλες, να μουντζώνουν, να προπηλακίζουν αυτούς που οι ίδιοι ψήφισαν, αυτό το κάνουν. 

Επιπλέον, με τη στάση τους στο Μνημόνιο αλλά και με τα υπόλοιπα που διακηρύττουν, δείχνουν την ανευθυνότητά τους και για το μέλλον. Θέλουν να φύγει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι έτσι θα φύγουν και τα 110 δισεκατομμύρια ευρώ του δανείου, που είναι απαραίτητα για να μη καταρρεύσει το κράτος, για να μπορούν να πληρώνονται μισθοί και συντάξεις, για να υπάρχει Στρατός και να εξακολουθούν τινές εξ αυτών να διατηρούν τις εθνικιστικές τους φαντασιώσεις. Κάποιοι από αυτούς θέλουν να είναι και μπαταχτσήδες, να φορτώσουν στις επόμενες γενιές ένα στίγμα κουτσαβακισμού, το οποίο οι ίδιοι καλλιέργησαν, τρώγοντας από τα δανεικά και μετά γυρνώντας την πλάτη στους δανειστές. Η αναξιοπιστία τους θα στοιχειώνει τα παιδιά και τα εγγόνια τους, αλλά αυτό διόλου δεν τους ενδιαφέρει.

Μουντζώνοντας τη Βουλή δείχνουν ένα πράγμα: ότι αποποιούνται τις ευθύνες για τη δική τους πορεία ως πολιτών. Επειδή όμως η Βουλή αντιπροσωπεύει το σύνολο του εκλογικού σώματος (και αυτό της χαβαλέ ψήφου, και αυτό της αποχής), στο οποίο περιλαμβάνονται και οι αγανακτισμένοι, μουντζώνοντας τη Βουλή δεν κάνουν τίποτε άλλο, από το να μουντζώνουν τους εαυτούς τους.

ΥΓ. Δεν είναι τυχαίο που σε τέτοιες συγκεντρώσεις ακούγονται φωνές, όπως του Μίκη Θεοδωράκη, που αμφισβητούν τη δημοκρατία και τη διαδικασία της ψήφου. Είπαμε, η ψήφος έχει ευθύνη. Οι ανεύθυνοι την απεχθάνονται, φυσικώ τω λόγω.